Καλαμίτσα: Το εξοχικό προάστιο και το “μαύρο σκιάχτρο”

Καλαμίτσα: Το εξοχικό προάστιο και το “μαύρο σκιάχτρο”*



Είναι σίγουρα η πιο δημοφιλής ακρογιαλιά μέσα στην πόλη της Καβάλας, ένα καταφύγιο αναψυχής για τις μέρες του καλοκαιριού. Χιλιάδες Καβαλιώτες και ξένοι χαίρονται (δωρεάν) την αμμουδιά και τα καταγάλανα νερά της, ανυποψίαστοι μάλλον για το παρελθόν της περιοχής. Σήμερα η Καλαμίτσα, βρίσκεται μέσα στον πολεοδομικό ιστό της Καβάλας, παλιότερα όμως ήταν μια έρημη μακρινή εξοχή, αποκομμένη από την πόλη και απρόσιτη για τους πολλούς. Οι Καβαλιώτες μπορούσαν να την επισκεφτούν μόνο διά θαλάσσης, με τα μικρά πλεούμενα.

Δρόμος προς την Καλαμίτσα ανοίχτηκε το 1928-29. Δεν πρόκειται για τη σημερινή παραλιακή οδό (η οδός Τενέδου είναι πολύ μεταγενέστερη· αρκεί να αναφέρουμε ότι το 1938, στα εγκαίνια των Μύλων Γεωργή – Νικολετόπουλου, που κατεδαφίστηκαν για να χτιστεί το Δικαστικό Μέγαρο, οι επίσημοι πήγαν με βάρκες!), αλλά για το δρόμο που ξεκινάει από το κάτω μέρος του Στρατοπέδου Καρακώστα, περνάει το άλσος της Παναγούδας και διά μέσου της σημερινής Κηπούπολης φθάνει στη θάλασσα. Όλη αυτή η περιοχή ήταν ακόμη ακατοίκητη και διάσπαρτη από οχυρωματικά έργα και πολυβολεία. Την ησυχία της ερημιάς διέκοπταν μόνο τα κοπάδια των Σαρακατσάνων που έβοσκαν στην πλαγιά (για την Κηπούπολη θα γράψουμε σε επόμενο φύλλο).

Το 1928, λοιπόν, η Νομαρχία ενέκρινε την κατασκευή του δρόμου, ο Δήμος εκταμίευσε την αναγκαία δαπάνη, ο στρατηγός Πέτσας διέθεσε ένα στρατιωτικό συνεργείο και το έργο ολοκληρώθηκε μέσα σε ένα μήνα. «Βράχοι ολόκληροι ανοίχτηκαν, πέτρες πελώριες εθραύσθησαν και παραμερίστηκαν και το μεγάλο σφεντόνι έγινε αμαξιτή οδός που φθάνει στην ολοκάθαρη και καταγάλανη θάλασσα της Καλαμίτσας…», έγραψαν τότε οι εφημερίδες.

Ο τοπικός Τύπος χαιρέτισε το έργο με ενθουσιασμό. Διαβάζουμε στον «Κήρυκα» (Φεβρ. 1929): «Ο εξοχικός δρόμος της Καβάλλας, από το Φάληρο έως το Κιουτσούκ Ορμάν [δηλ. μέχρι περίπου το Δημοτικό Στάδιο] έχασε με το κρύο τους περιπατητάς του καλοκαιριού. Οι λιγοστοί άνθρωποι που περνούν από κει είναι οι κατοικούντες στη συνοικία της Αγίας Παρασκευής… Ωστόσο το καλοκαίρι πλησιάζει και οι περιπατηταί από μέρα σε μέρα θα γίνονται περισσότεροι. Αλλά θα σταματήσουν εφέτος στο Κιουτσούκ Ορμάν μονάχα; Όχι, εφέτος το καλοκαίρι την μεγαλύτερη κίνηση θα έχει ο δρόμος προς την Καλαμίτσα. Ανοίχτηκε, επλάτυνε, διαρρυθμίστηκε, έγινε μοναδικός για περίπατο και εξοχή. Οι άνθρωποι που λατρεύουν την φύσιν, οι ρομαντικοί, όλοι τέλος που διατίθενται ψυχικώς εις το ξεκούρασμα, ύστερα από την μονότονη και θορυβώδη ζωή της πόλεως, θα αναζητήσουν την αναψυχή τους στην Καλαμίτσα. Πέρισυ ο δρόμος ημπόδιζε τους ανθρώπους να φθάσουν μέχρι εκεί. Έπρεπε να πάνε με τη βάρκα διά θαλάσσης. Εφέτος δεν συμβαίνει το ίδιο. Ο δρόμος έγινε κιόλας, ετελείωσε και θα μπορούν να φθάσουν ως εκεί κατά ομάδες με αυτοκίνητα και λεωφορεία. Με πόση χαρά οι φυσιολάτραι και οι άνθρωποι που τους αρέσει η εξοχή πληροφορούνται το ευχάριστο τούτο γεγονός»!

Σε άλλο δημοσίευμα, επίσης του 1929, συγκρίνεται η Καλαμίτσα του χθες και του σήμερα: «Τι ήταν μέχρι πέρυσι η Καλαμίτσα; Μια εξοχική τοποθεσία χωρίς καμιά αξιόλογη ζωή και κίνηση. Στην παραλία της κοντά στην αμμουδιά ήταν ένα μικρό καφενεδάκι που αριθμούσε δυο - τρία τραπεζάκια, μισοχαλασμένα και αυτά… Καφεπώλης ήταν ένας ψαράς και γκαρσόνι κάποιος νέος που ησχολείτο συνάμα και με την αγιογραφία... Όταν δεν πήγαιναν πελάται στο καφενείο – ερωτικά ζευγαράκια κατά το πλείστον – ο καφεπώλης πήγαινε στο ψάρεμα και το γκαρσόν έπαιρνε το πινέλο και ζωγράφιζε…». Μετά την κατασκευή του δρόμου, λέει, το καφενεδάκι μεγάλωσε και «εκσυγχρονίστηκε», έγινε κι ένα δεύτερο, και οι εκδρομείς βρίσκουν «άνεση και περισσότερη περιποίηση».  

Τι είναι σήμερα η Καλαμίτσα; Δε θα ήταν καθόλου υπερβολή αν λέγαμε ότι εξελίχθη σε μια μοναδική για την Καβάλα πλαζ. Εφέτος καθιερώθησαν επισήμως και κατά τρόπον πανηγυρικόν τα μπαιν-μίξτ. Όσοι διαθέτουν μερικά χρήματα περισσότερα πηγαίνουν στην Καλαμίτσα και παίρνουν τα μπάνια τους. Η θάλασσα εκεί είναι καθαρή και έχει έκταση. Η αμμουδιά είναι επίσης καθαρή, κατάλληλη για ηλιοθεραπεία, για παιγνίδια, για τρέξιμο, για αναπνοή, για μια φυσική ζωή». Ωστόσο, επισημαίνεται, «αι λαϊκαί τάξεις δεν βρίσκουν καμιά ευκολία για ν’ απολαύσουν αυτά τα φυσικά αγαθά. Λείπει πρωτίστως η συγκοινωνία...».

Από το χρονογράφημα μαθαίνουμε ότι τα «μπαιν μιξτ» (τα «μικτά μπάνια» ανδρών και γυναικών στην ίδια παραλία), «καθιερώθησαν επισήμως» στην Καβάλα το 1929, δύο χρόνια μετά την Αθήνα. Χαράς ευαγγέλια για τις απελευθερωμένες γυναίκες και κυρίως για τους θαυμαστές του ωραίου φύλου (στα «μπάνια» έχουν την αφετηρία τους οι λέξεις «μπανίζω», «μπανιστήρι» και «μπανιστιρτζής»· βλ. και Λεξικό Μπαμπινιώτη).

Ας επανέλθουμε στο θέμα μας: Για τους Καβαλιώτες του ’30 η Καλαμίτσα δεν ήταν μόνο η ωραία εξοχή και η ειδυλλιακή ακρογιαλιά, αλλά κι ένας τόπος στοιχειωμένος από φρικτές μνήμες θανάτου! Στο μικρό ακρωτήρι, περίπου στη θέση του σημερινού πεντάστερου ξενοδοχείου Lusy, ορθωνόταν τότε το ξύλινο παράπηγμα της Καραντίνας, μέσα στο οποίο είχαν αφήσει την τελευταία τους πνοή πολλές ανθρώπινες υπάρξεις.

Το λοιμοκαθαρτήριο δημιουργήθηκε το 1919, όταν έπληξε και την Καβάλα επιδημία εξανθηματικού τύφου, μια θανατηφόρα ασθένεια την οποία μετέφεραν οι όμηροι της Ανατ. Μακεδονίας που επέστρεψαν ακτοπλοϊκώς από την Βάρνα της Βουλγαρίας. Καθώς οι Καβαλιώτες ήταν εξασθενημένοι από τη λιμοκτονία, τις στερήσεις και τις κάθε είδους κακουχίες της φρικαλέας Βουλγαρικής Κατοχής 1916-1918 και η ιατρική περίθαλψη ήταν σχεδόν ανύπαρκτη, η επιδημία προκάλεσε πολλά θύματα. Προκειμένου να περιοριστεί η εξάπλωσή της και να προστατευτεί ο υπόλοιπος πληθυσμός, οι υγειονομικές αρχές θεώρησαν αναγκαία την απομόνωση των ασθενών σε ειδικό χώρο, μακριά από τις κατοικημένες περιοχές.


Λόγω της απόστασής της από την πόλη και της έλλειψης οδικής πρόσβασης η Καλαμίτσα θεωρήθηκε ιδανικό σημείο για την απομόνωση των διερχόμενων και των ασθενών με τύφο. Εκεί στήθηκαν σκηνές των 4-5 ατόμων για τους πάσχοντες από τύφο και άλλες μεγάλες σκηνές των 60 ατόμων για ασθενείς με άλλα νοσήματα. Επίσης δημιουργήθηκαν εγκαταστάσεις με ντουζιέρες για την αντιμετώπιση των φθειρών και κατασκευάστηκε ένα μεγάλο καθαρό μαγειρείο. Όλος ο καταυλισμός τελούσε υπό διακριτική αστυνόμευση, ώστε να μη υπάρχει φόβος διασποράς της νόσου στην Καβάλα.

Η Καραντίνα λειτούργησε και τα επόμενα χρόνια, αφού οι μολυσματικές και μεταδοτικές αρρώστιες (τύφος, δυσεντερία, γρίπη, ευλογιά), έκαναν θραύση στους ταλαιπωρημένους προσφυγικούς πληθυσμούς. Τελευταία φορά χρησιμοποιήθηκε το 1924 για τα κρούσματα της πανούκλας (βλ. το άρθρο μας «Πανούκλα στην Καβάλα» στο 10ο φύλλο της «Μνήμης»). Έσβησαν πολλοί μέσα στους θαλάμους του λοιμοκαθαρτηρίου και τα πτώματά τους δε θάφτηκαν στη γη, αλλά ρίχτηκαν στον παραδίπλα λάκκο με τον ασβέστη. Άλλοι προτίμησαν να πέσουν στη θάλασσα και να πνιγούν… 

Στα χρόνια του ’30 ήταν ακόμη νωπές οι μνήμες και το θέαμα της Καραντίνας προκαλούσε φρίκη. «Η Καλαμίτσα – έγραφε ο Τύπος – δεν πρέπει να έχει πια την Καραντίνα, το φόβητρο ή τον προθάλαμον του θανάτου, που προβάλλει σαν μαύρο σκιάχτρο, σαν πρόληψις στις λαϊκές τάξεις. Το θέαμα της καραντίνας εμπνέει τη φρίκη. “Γκραντ γκινιόλ”. Ενθυμούνται οι επισκέπτες τους ανθρώπους που έσβυσαν μέσα στους θαλάμους της από την πανώλη, τους ανθρώπους που δεν ετάφησαν ύστερα στη γη αλλά ρίχτηκαν στον ασβέστη να καούν τα πτώματά τους και αισθάνονται αποτροπιαστικό φόβο.

Σήμερα βέβαια η Καραντίνα ούτε μολυσμένη είναι ούτε επικίνδυνη, αλλά οι απλοϊκοί άνθρωποι έχουν πάντα αυτή την πρόληψη… Πρέπει να κατεδαφισθεί. Στη θέση της ας γίνει ένα κέντρον αναψυχής. Το ακρωτήριον που είναι κτισμένη είναι μια καλλιθέα. Το πανόραμα της Καβάλας φαίνεται από εκεί. Το νησάκι απέναντι συμπληρώνει το θέαμα και ο ορίζοντας που ξαπλώνεται γύρω – θάλασσα, βουνά, κήποι, φυτείες, πρασινάδα, δένδρα – ξεκουράζουν το μάτι και κάνουν τον εκδρομέα να ζει την φύσιν…».

Δεν κατεδαφίστηκε τότε η Καραντίνα (οι παλαιότεροι τη θυμούνται στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια) αυτό όμως δεν εμπόδισε την Καλαμίτσα «να γίνει το μοναδικότερο εξοχικό κέντρο της μουχλιασμένης ζωής της Καβάλλας». 


Η Καραντίνα της Καλαμίτσας στην Καβάλα.
Φωτογραφίες του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού, 1919



* Το κείμενο δημοσιεύτηκε στη "Μνήμη" του Συλλόγου Μικρασιατών Ν. Καβάλας, φ. 14, Ιαν. 2014. 

--- Για την επιδημία εξανθηματικού τύφου (1919) και την καραντίνα της Καλαμίτσας, βλ. https://lykourinos-kavala.blogspot.com/2019/02/12-1919.html




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου