Μικρή ιστορική περιδιάβαση στο λιμάνι και στους ταρσανάδες της Καβάλας




 Μικρή ιστορική περιδιάβαση στο λιμάνι και στους ταρσανάδες της Καβάλας*



Το λιμάνι

Ο όρμος που σχηματίζεται στις δυτικές ακτές της χερσονήσου της Παναγίας χρησιμοποιήθηκε ως λιμάνι από την αρχαιότητα. Η αρχαία ακτογραμμή έφτανε σχεδόν μέχρι το σημερινό ναό του Αγίου Νικολάου. Στο χώρο αυτό έχουν αποκαλυφθεί ερείπια κατασκευών, που μάλλον ανήκουν σε κτίσματα του λιμανιού.


Δέστρα από το λιμάνι της αρχαίας Νεάπολης
Στη μακραίωνη ιστορική διαδρομή της Καβάλας και της περιοχής της το λιμάνι αποτέλεσε πηγή πλούτου και μέσο επικοινωνίας με τον υπόλοιπο κόσμο. Η εμπορική του δραστηριότητα στα χρόνια της αρχαίας Νεάπολης και της βυζαντινής Χριστούπολης καθώς και η σύνδεσή του με άλλα λιμάνια του ελλαδικού χώρου, πιστοποιείται από τα λίγα ανασκαφικά ευρήματα.

Το μεγάλο πλεονέκτημα της Καβάλας, η θέση της πάνω στους οριζόντιους και κάθετους θαλάσσιους δρόμους του βορείου Αιγαίου, αξιοποιείται κατά την οθωμανική περίοδο, όταν το λιμάνι λειτουργεί ως διαμετακομιστικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής. Η εποχή της ακμής του έρχεται στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου και στις πρώτες του 20ού αιώνα, περίοδο κατά την οποία εξάγονται από εδώ τεράστιες ποσότητες επεξεργασμένου καπνού. 

Το λιμάνι με τα ιστιοφόρα αλιευτικά, 1927
Από τη δεκαετία του 1920 το λιμάνι γίνεται κέντρο μιας αξιόλογης αλιευτικής οικονομίας τοπικής κλίμακας, χάρη στους προσφυγικούς πληθυσμούς από την Αγία Παρασκευή του Τσεσμέ και από την Προποντίδα, που εισάγουν τις μεθόδους της εντατικής αλιείας των παράκτιων περιοχών (τράτες, ανεμότρατες, γρι-γρι).

Το σημερινό τεχνητό λιμάνι της Καβάλας σε τίποτα δε θυμίζει το λιμάνι των προηγούμενων περιόδων. Μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα το λιμάνι ήταν σχεδόν ένας φυσικός όρμος. Η θάλασσα εισχωρούσε αρκετά βαθύτερα στην ξηρά, μέχρι τη σημερινή οδό Βενιζέλου, κατά μήκος της οποίας εκτεινόταν η ακτή. Στα αβαθή νερά της μπορούσαν να προσεγγίσουν μόνο μικρά σκάφη. Τα μεγάλα πλοία άραζαν στα ανοιχτά και η επιβίβαση και αποβίβαση των επιβατών και η φόρτωση και εκφόρτωση των εμπορευμάτων γινόταν με βάρκες και με μαούνες από τις ξύλινες προβλήτες. 

Ενδιαφέρον έχει η μαρτυρία του Γερμανού Löher στα 1873. Περιγράφει το χώρο όπου αποβιβάστηκε ως ένα παχύ στρώμα άμμου που εκτείνεται σ’ όλη την ακρογιαλιά. Εκεί παίζουν γυμνά τσιγγανόπουλα, χωρικοί οδηγούν τα πρόβατά τους για πούλημα και αχθοφόροι σπρώχνουν τις βάρκες για να μεταφέρουν τα εμπορεύματα στα πλοία. Μπροστά από τα παραλιακά κεφενεδάκια κάθονται οι σοβαροί γενειοφόροι Τούρκοι με τα μακριά τσιμπούκια τους στο στόμα. Στα 1860 η Αγγλίδα M.A. Walker παρατηρούσε με έκπληξη ότι αμέσως μετά το χώρο της αποβίβασης υπήρχαν διάσπαρτοι τουρκικοί τάφοι καλυμμένοι με χόρτα.  

Το Τελωνείο και η παλιά αποβάθρα (στο βάθος), το Λιμεναρχείο και οι υπόλοιπες λιμενικές εγκαταστάσεις
Στα τέλη του 19ου αιώνα οι λιμενικές εγκαταστάσεις ήταν συγκεντρωμένες στη δυτική ακτή της Παναγίας, από τη σημερινή πλατεία Καραολή – Δημητρίου μέχρι τον επιχωματωμένο χώρο του παλιού Τελωνείου. Εκεί βρισκόταν η μεγάλη αποβάθρα και οι αποθήκες και παραδίπλα το Λιμεναρχείο, το Υγειονομείο και το Εμποροδικείο. Κατά μήκος της παραλίας προεξείχαν μικροί ξύλινοι μόλοι για την προσέγγιση των μικρών σκαφών και τη μεταφορά των εμπορευμάτων. Πιο γνωστοί είναι ο μόλος μπροστά στο ξενοδοχείο «Κωνσταντινούπολις», δίπλα στα «ψαράδικα», και ο μόλος του «Λατίνου», μπροστά από τις καπναποθήκες των Αλλατίνι.

Το μεγάλο μειονέκτημα του υποτυπώδους λιμανιού ήταν η έλλειψη ασφάλειας για τα πλοία, τα εμπορεύματα και τους επιβάτες. Το πρόβλημα επεσήμαιναν συνεχώς οι περιηγητές: Ενδεικτικά, ο Belon έγραφε στα 1547 ότι σε περιπτώσεις τρικυμίας οι άνθρωποι τραβούσαν τα πλεούμενα στην ξηρά. Έναν αιώνα αργότερα ο Εβλιγιά Τσελεμπή σημείωνε ότι το λιμάνι χωρά μέχρι και χίλια πλοία, αλλά δεν αντέχει στους δυνατούς νοτιάδες. Ορισμένοι από τους επισκέπτες της πόλης αποβιβάζονταν σε άλλα λιμάνια, επειδή το πλοίο τους δεν μπορούσε να αγκυροβολήσει στον όρμο της Καβάλας. 
Το λιμάνι με το μικρό "κυματοθραύστη" του Τελωνείου
Δεν είναι λοιπόν τυχαίος ο θρύλος για τη δήθεν πρόταση του Μεχμέτ Αλή: Από ευγνωμοσύνη προς τη γενέτειρά του, ο μεγάλος και τρανός πασάς της Αιγύπτου θέλησε να χαρίσει στους συμπατριώτες του ένα μεγάλο και ασφαλές λιμάνι για να ανθίσει το εμπόριο. Όμως οι Τούρκοι της Καβάλας φοβήθηκαν ότι τα πολλά καράβια θα έδιωχναν τα καλά ψάρια στα βαθιά, έτσι παρακάλεσαν το συμπατριώτη τους να τους φτιάξει ένα ιμαρέτ (πτωχοκομείο)!

Για τη θεραπεία της κατάστασης το 1885 κατασκευάστηκε, μάλλον χωρίς καμία σοβαρή μελέτη,  κάποιος «κυματοθραύστης», πιθανόν η αποβάθρα του παλιού Τελωνείου, που δημιουργήθηκε με επιχωμάτωση μιας μικρής τριγωνικής επιφάνειας. Δύο χρόνια μετά ο υποπρόξενος της Αγγλίας Pecchioli έγραφε ότι «ο κατ’ όνομα κυματοθραύστης συντελεί στο να φράζει με λάσπη ο χώρος του λιμανιού κι έτσι σύντομα δε θα υπάρχει καθόλου λιμάνι». 

Οι πηγές των αρχών του 20ού αι. περιγράφουν την κατάσταση με τα μελανότερα χρώματα: Ο όρμος της Καβάλας, αν και είναι εκτεθειμένος στα σφοδρά κύματα του Αιγαίου, στερείται κάθε προστατευτικού έργου. Έτσι, όταν φυσούν νοτιοδυτικοί άνεμοι, τα πλοία δεν μπορούν να προσεγγίσουν το λιμάνι. Μερικές φορές παρασύρονται από τους ανέμους και τα κύματα, καθίζουν στα ρηχά ή βυθίζονται. Η αγκυροβόληση των φορτηγών πλοίων είναι επισφαλής και με την ελάχιστη θαλασσοταραχή αναγκάζονται να διακόπτουν τις φορτώσεις τους και να καταφεύγουν στο γειτονικό όρμο των Ελευθερών (Νέας Περάμου). Η επικοινωνία ανάμεσα στα πλοία και την ακτή γίνεται με πρωτόγονα μέσα, λέμβους και φορτηγίδες, που δεν παρέχουν καμία ασφάλεια. Συχνά συντρίβονται στα βράχια, με αποτέλεσμα ανθρώπινα θύματα και απώλειες εμπορευμάτων. Όλη αυτή η κατάσταση ζημιώνει τους εμπόρους της Καβάλας, τους επιβαρύνει με αυξημένα ασφάλιστρα κλπ.

Παρά τα αιτήματα του εμπορικού κόσμου, ζήτημα κατασκευής του λιμανιού τέθηκε μόλις το 1912. Η μελέτη εκπονήθηκε από τη γαλλική εταιρεία Αμπέλ Κουβρέ, επειδή όμως κηρύχθηκε ο πρώτος βαλκανικός πόλεμος, δεν πρόλαβε να επικυρωθεί με σουλτανικό ιραδέ (διάταγμα) και μετά την απελευθέρωση δεν αναγνωρίστηκε από την ελληνική κυβέρνηση.

Τον Ιούνιο του 1920 συστήθηκε το Λιμενικό Ταμείο Καβάλας, με κύριο σκοπό την κατασκευή του λιμανιού. Για την εξεύρεση ιδίων πόρων το Δημοτικό Συμβούλιο ενέκρινε την αύξηση των λιμενικών φόρων στα εισαγόμενα εμπορεύματα και το δεκαπλασιασμό της φορολογίας των εξαγόμενων καπνών, από 6 σε 60 λεπτά την οκά. 

Το λιμάνι στη βάση της μελέτης Γκίνη
Η πρώτη μελέτη έγινε το 1922 από τον Ιταλό μηχανικό N. Andruzzi, υπάλληλο του Υπ. Συγκοινωνιών, αλλά απορρίφθηκε, επειδή είχε πολλά μειονεκτήματα («κυρίως διότι το στόμιον του υπ' αυτής προβλεπομένου λιμένος αντίκρυζε το πέλαγος και εδέχετο την κυματαγωγήν»). Το 1923 συντάχθηκε νέα μελέτη από τον Άγγελο Γκίνη, καθηγητή του Εθνικού Μετσοβείου Πολυτεχνείου, διαπρεπή λιμενολόγο (συνέταξε τις μελέτες των περισσότερων ελληνικών λιμένων) και μετέπειτα ακαδημαϊκό. Εγκρίθηκε το 1924 και αποτέλεσε τη βάση για τα μετέπειτα λιμενικά έργα. Η μελέτη προέβλεπε την κατασκευή δύο μεγάλων μόλων, ενός προσήνεμου και ενός υπήνεμου. Ο πρώτος, ο σημερινός λιμενοβραχίονας, θα άρχιζε σχεδόν από το άκρο της χερσονήσου της Παναγίας και θα εκτεινόταν παράλληλα προς την ακτή, σε μήκος 637 μέτρων. Ο δεύτερος θα ξεκινούσε από σημείο της παραλίας και θα ερχόταν κάθετα προς τον πρώτο. Έτσι θα σχηματιζόταν μια υδάτινη λεκάνη 160.000 τετραγωνικών μέτρων, που το στόμιό της θα προστατευόταν από τον προσήνεμο μόλο.

Ο "λιμενίσκος" (ή "εσωτερικός λιμήν") του 1924
Όμως το Λιμενικό Ταμείο αδυνατούσε να καλύψει τον προϋπολογισμό των 75.000.000 δραχμών. Έτσι το 1924 η Λιμενική Επιτροπή Καβάλας αποφάσισε, ως προσωρινή λύση ανάγκης, την κατασκευή ενός «λιμενίσκου» στο χώρο του παλιού Τελωνείου. Το έργο ολοκληρώθηκε μέσα στο 1924 και κόστισε 2,3 εκατομμύρια δραχμές. Το κρηπίδωμά του είχε μήκος 200 μέτρων, ο προσήνεμος μώλος 90 και ο υπήνεμος 70 μέτρων, ενώ η υδάτινη λεκάνη του είχε επιφάνεια 15.000 τετρ. μέτρων. Αν και προσωρινή λύση, ο λιμενίσκος του 1924 εξυπηρέτησε αρκετά τις ανάγκες της πόλης. Όπως αναφέρεται σε έκθεση της Λιμενικής Επιτροπής το 1931, «ο λιμενίσκος ούτος παρέχει έκτοτε ανεκτιμήτους υπηρεσίας όχι μόνον εις τους εμπόρους, ων τα εμπορεύματα ευρίσκονται εν πλήρει σχεδόν ασφαλεία και αι πρότερον σημειούμεναι κλοπαί εμπορευμάτων έλειψαν, αλλά και εις απειρίαν μικρών σκαφών και ιστιοφόρων ευρισκόντων εις αυτόν ασφαλές καταφύγιον κατά τας τρικυμίας».

Το λιμάνι με τα έργα του 1925: πρώτη προκυμαία, προβλήτα, ιχθυοπωλεία
Παράλληλα με τα έργα του λιμενίσκου, το 1924-1925 διαπλατύνθηκε ο χώρος μπροστά από το Λιμεναρχείο και κατασκευάστηκε κλίμακα με σκαλοπάτια για την άνετη επιβίβαση και αποβίβαση των επιβατών. Επίσης επιχωματώθηκε ο χώρος μπροστά στην πλατεία Δόξης (σημερινή πλατεία Καραολή – Δημητρίου) και στο ξενοδοχείο «Κωνσταντινούπολις» και έτσι διαμορφώθηκε η πρώτη προκυμαία. Όλος ο επιχωματωμένος χώρος, έκτασης 23 στρεμμάτων, ισοπεδώθηκε, στρώθηκε με κυβόλιθους και ηλεκτροφωτίστηκε. Στη θέση του παλιού ξύλινου μόλου (μπροστά από το παραλιακό ξενοδοχείο «Κωνσταντινούπολις») κατασκευάστηκε προβλήτα μήκους 42 και πλάτους 7,5 μέτρων και στην άκρη της, στη θέση των τότε ρυπαρών παραπηγμάτων, κτίστηκαν 24 μικρά καταστήματα ιχθυοπωλείων.

Οι προσπάθειες για την υλοποίηση του μεγάλου έργου ήταν συνεχείς, αλλά προσέκρουαν στους άκαρπους μειοδοτικούς διαγωνισμούς, στα οικονομικά προβλήματα και στις ενστάσεις της γαλλικής εταιρείας, που με βάση την παλιά σύμβαση απαιτούσε την κατασκευή του λιμανιού και την εκμετάλλευσή του. Παρότι η Λιμενική Επιτροπή Καβάλας θεωρούσε τις γαλλικές αξιώσεις «αν όχι φαντασιώδεις, πάντως όμως σκιώδεις», προτίμησε να αποφύγει τους ατέρμονους και αβέβαιους δικαστικούς αγώνες και το 1928 ήρθε σε συμβιβασμό με το γαλλικό οίκο, καταβάλλοντας αποζημίωση 7.000.000 δραχμών.
Σε εξέλιξη τα έργα του μεγάλου λιμανιού (επιχωμάτωση δυτικής ακτής χερσονήσου Παναίας και λιμενοβραχίονας), περίπου 1935
Εν τω μεταξύ το 1926 είχε μεταρρυθμιστεί η φορολογία του εξαγόμενου καπνού, οι πόροι του Λιμενικού Ταμείου μειώθηκαν δραστικά (την πενταετία 1926-1930 οι εισπράξεις του ανήλθαν σε 23,5 εκατομμ. δρχ., ενώ με την προηγούμενη φορολογία θα εισέπραττε 40,3 εκατομμ.) και θεωρήθηκε ανέφικτη η κατασκευή όλων των λιμενικών έργων. Έτσι η Λιμενική Επιτροπή αποφάσισε να κατασκευαστεί ένα τμήμα του έργου: Ολόκληρος ο προσήνεμος μόλος, το κρηπίδωμα στην ακτή της Παναγίας, από το χώρο του λιμενίσκου μέχρι το λιμενοβραχίονα, και η εκβάθυνση της λεκάνης του λιμανιού. 

Με το μειοδοτικό διαγωνισμό του Ιουλίου 1928 το έργο ανατέθηκε στην Ανώνυμη Εταιρεία Θαλασσίων και Υδραυλικών Έργων (ΕΡ-ΘΑ). Το Μάρτιο του 1929 υπογράφηκε η σύμβαση και στις αρχές Νοεμβρίου έγιναν τα εγκαίνια από τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο, με τη συμμετοχή χιλιάδων κατοίκων.

Τεράστιοι όγκοι από χώματα και πέτρες αλλά και τεχνικοί ογκόλιθοι μεταφέρονταν με μπίγιες της ΕΡ-ΘΑ από την περιοχή του Μύλου - ιχθυόσκαλας για να γίνει ο λιμενοβραχίονας. Η προκυμαία, στη δυτική ακτή της χερσονήσου της Παναγίας, επιχωματώθηκε κυρίως με τα υλικά της εκβάθυνσης. Οι τεχνικές δυσκολίες, οι καιρικές συνθήκες, τα ατυχήματα ή δυστυχήματα και οι απεργίες των ισχνά αμειβόμενων εργατών καθυστερούσαν την ολοκλήρωση του έργου. Το μεγαλύτερο μέρος του λιμανιού κατασκευάστηκε μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1930, αλλά ο υπήνεμος μόλος επιμηκύνθηκε μετά τον πόλεμο.

Γύρω στα 1960 επιχωματώθηκε όλος ο χώρος από το εσωτερικό λιμάνι μέχρι το Φάληρο. Στη μεγάλη επίπεδη έκταση της νέας παραλίας, από τη σημερινή οδό Ερυθρού Σταυρού μέχρι τη θάλασσα, βρήκε διέξοδο το πυκνοκατοικημένο κέντρο της πόλης.

Η νέα παραλία της δεκαετίας του 1960


Οι ταρσανάδες
Το μεγάλο ναυπηγείο στον κολπίσκο των Καμαρών
Η παλαιότερη μαρτυρία για τα ναυπηγεία της Καβάλας είναι του 1591. Ο Gabrielle Cavazza περιγράφει τις Καμάρες, που βρίσκονται «στο πιο βαθύ μέρος της κοιλάδας», και προσθέτει: «Εδώ ναυπηγείται μία γαλέρα με 23 banchi (με 23 σειρές κωπηλατών) για τον μπέη του τόπου…». Μετά από τετρακόσια είκοσι χρόνια, στον ίδιο κολπίσκο, που ίσως τότε εισχωρούσε λίγο βαθύτερα στην ξηρά, βρίσκουμε το μοναδικό καρνάγιο της Καβάλας.  

Ελάχιστα γνωρίζουμε για τους ταρσανάδες της Καβάλας. Είναι βέβαιο όμως ότι η πόλη πάντα διέθετε χώρους για τον ελλιμενισμό, την επισκευή, τη συντήρηση, μάλλον και τη ναυπήγηση σκαφών. Η θέση τους δεν ήταν πάντα η ίδια και η λειτουργία τους δεν ήταν συνεχής. Κατά τον Εβλιγιά Τσελεμπή, στα μέσα του 17ου αιώνα η πόλη είχε τρεις ταρσανάδες για γαλέρες και έναν για μικρότερα πλοία. Σε ποιες θέσεις; Αν κατανοούμε σωστά το κείμενο, μέσα στον όρμο του λιμανιού. 

Ο  μικρός ταρσανάς στο χώρο του λιμανιού
Στο ίδιο μέρος, εκεί που σήμερα εκτείνεται η πλατεία Καραολή – Δημητρίου, οι φωτογραφίες του 1890-1920 απαθανατίζουν ένα μικρό ταρσανά. Από προφορικές μαρτυρίες γνωρίζουμε ότι προπολεμικά υπήρχε ένα ακόμη ναυπηγείο, στην ακτή της Ραψάνης, προς το μέρος του Δημοτικού Σταδίου, κοντά στο τότε νεκροταφείο των καθολικών. Η λειτουργία του σταμάτησε το 1945. 

Ο ταρσανάς στο Κιουτσούκ Ορμάν (σημερ. Ραψάνη)
Στο καρνάγιο της Ραψάνης και κυρίως στα σημερινά καλαφατιά ναυπηγήθηκαν τα περισσότερα από τα αλιευτικά της Καβάλας, τράτες, γρι-γρι και ανεμότρατες. Σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει: Ο νέος δρόμος προς το νοσοκομείο έχει περιορίσει κάπως την έκταση του καρνάγιου και από τις τρεις ναυπηγοεπισκευαστικές επιχειρήσεις της μεταπολεμικής περιόδου έχει απομείνει μόνο μία. Βασική της δραστηριότητα είναι πλέον η συντήρηση ξύλινων και πλαστικών σκαφών. Μεγάλα καινούργια σκαριά δε φτιάχνονται πια και τα μικρά είναι όλο και λιγότερα. Έστω και έτσι όμως, στο χώρο αυτό διατηρείται μια παράδοση αιώνων.  


*Τα  δύο κείμενά μου, για το λιμάνι και τους ταρσανάδες, είναι δημοσιευμένα (με μικρές διαφορές) στο βιβλίο (των Ν. Καραγιαννακίδη και Κ. Λυκουρίνου), Νεάπολις - Χριστούπολις - Καβάλα, έκδ. Δήμου Καβάλας (ενότητα Β5. Λιμάνι - Ναυπηγείο, σ. 124-133). Εδώ προσθέσαμε κάποιες πληροφορίες, δώσαμε περισσότερες φωτογραφίες και παραλείψαμε το "παράθυρο": «Η πειρατεία - το δουλεμπόριο - η αρχαιοκαπηλία».



ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ



Ο ανοιχτός όρμος - λιμάνι της Καβάλας, τέλη 19ου αιώνα


Το ανοιχτό λιμάνι με το Τελωνείο του 1890
Η δυτική ακτή της χερσονήσου της Παναγίας με το Τελωνείο
Άποψη της χερσονήσου με τον πρώτο μικρό κυματοθραύστη (του 1885;)


Άποψη του μικρού λιμανιού με την προκυμαία και την προβλήτα, 1925-1930


Το Λιμενικό Ταμείο με τα ψαράδικα

Η ακτή με την αμμουδιά στα 1930 (αριστ.) και λίγο μετά τον Πόλεμο του '40 (δεξ.). 
Τεχνητοί ογκόλιθοι στο εργοτάξιο της περιοχής Μύλου - Ιχθυόσκαλας
Από τα εγκαίνια του λιμανιού στις αρχές του 1929
Το λιμάνι λίγο πριν τον πόλεμο του 1940

Από τα μεταπολεμικά έργα για την οριστική διαμόρφωση του λιμανιού
Το λιμάνι προς τα τέλη του 20ού αιώνα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου