Η Άλωση της Πόλης στη λαϊκή μας παράδοση



Η Άλωση της Πόλης στη λαϊκή μας παράδοση*                           


Στις 29 Μαΐου 1453 έπεσε η Κωνσταντινούπολη, η Πόλη που λειτουργούσε στη λαϊκή συνείδηση ως εθνικό και θρησκευτικό σύμβολο. Η πτώση της συγκλόνισε το Γένος, ο λαός την πόνεσε και τη θρήνησε.
Στα γεγονότα της Άλωσης και στον αντίκτυπό τους αναφέρονται πολλές διηγήσεις, παραδόσεις και δημοτικά τραγούδια, σύγχρονα ή μεταγενέστερα, μέσα από τα οποία εκφράζονται οι αντιδράσεις και τα αισθήματα του λαού: Η δυσπιστία για το απαίσιο άγγελμα, η συγκίνηση και ο πόνος για την απώλεια της θεοφρούρητης πόλης, η απελπισία για το ζοφερό μέλλον, αλλά και η πίστη για τις δυνάμεις και τις αντοχές του Γένους και οι ελπίδες για την εθνική αποκατάσταση. 
Κατά τη λαϊκή αντίληψη, το άγγελμα της Άλωσης ήταν τόσο απίστευτο, ώστε έπρεπε να πιστοποιηθεί με υπερφυσικά φαινόμενα. Σε διάφορες παραδόσεις και τραγούδια, κάποιοι δύσπιστοι (μία καλόγρια, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, ο Κωνσταντής ή μικρο-Κωνσταντίνος) ζητούν να ζωντανέψουν τα ψάρια που τηγανίζονται ή ο πετεινός που βράζει. Το θαύμα συντελείται και η απαίσια είδηση γίνεται πιστευτή:
«Αλέξανδρος ο Βασιλιάς κι ο μικρο-Κωνσταντίνος
μαζ’ έτρωγαν, μαζ’ έπιναν, μαζί χαροκοπιούνταν.
Ακούν λαλιά που το Θεό, λαλιά που τα ουράνια:
- Θα παρ’ ο Τούρκος το ψωμί, θα σέβει μεσ’ στην Πόλη.
Αλέξανδρος δεν πίστεψε, Αλέξης δεν πιστεύει.
- Ντα βγουν τα ψάρια π’ τουν νταβά κι πετεινός στη βράση,
τότε κι ο Τούρκος θα γινεί αφέντης μεσ’ στην Πόλη.
Τον λόγο δεν απόσουσι κι γίνηκε το θάμα.
Πηδούν τα ψάρια στου νιρό μισοτηγανισμένα
κι ου πετεινός ελάλησε κι ο Αλέξανδρος πιστεύει».
Πολλές παραδόσεις αναφέρεται στον τελευταίο αυτοκράτορα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, τον Κωνσταντίνο ΙΑ΄ Παλαιολόγο. Οι πιο γνωστές τον αναφέρουν ως «μαρμαρωμένο βασιλιά», που θα ξαναγεννηθεί με θεϊκό θέλημα, θα ανακτήσει την Πόλη και θα διώξει τους Τούρκους στην «Κόκκινη Μηλιά» (ένα φανταστικό, μακρινό τόπο της Ανατολής, που οι Έλληνες της τουρκοκρατίας τον θεωρούσαν ως τόπο καταγωγής των Τούρκων και όπου ονειρεύονταν να τους στείλουν κάποτε πίσω):
 «Όταν ήρθε η ώρα να τουρκέψει η Πόλη, και μπήκαν μέσα οι Τούρκοι, έτρεξε ο βασιλιάς μας καβάλα στ’ άλογό του να τους εμποδίσει. Ήταν πλήθος αρίφνητο (=αμέτρητο) η Τουρκιά, χιλιάδες τον έβαλαν στη μέση, κι εκείνος χτυπούσε κι έκοβε αδιάκοπα με το σπαθί του. Τότε σκοτώθη τ’ άλογό του κι έπεσε κι αυτός. Κι εκεί που ένας Αράπης σήκωσε το σπαθί του να σκοτώσει το βασιλιά, ήρθε άγγελος Κυρίου και τον άρπαξε, και τον πήγε σε μια σπηλιά βαθιά στη γη κάτω, κοντά στη Χρυσόπορτα.
Εκεί μένει μαρμαρωμένος ο βασιλιάς, και καρτερεί την ώρα να ’ρθει πάλι ο άγγελος να τον σηκώσει. Οι Τούρκοι το ξεύρουν αυτό, μα δεν μπορούν να βρουν τη σπηλιά που είναι ο βασιλιάς. Γι’ αυτό έχτισαν την πόρτα που ξεύρουν ότι απ’ αυτή θα έμπει ο βασιλιάς για να τους πάρει πίσω την Πόλη. Μα όταν είναι θέλημα Θεού, θα κατεβεί ο άγγελος στη σπηλιά και θα τον ξεμαρμαρώσει, και θα του δώσει στο χέρι πάλι το σπαθί που είχε στη μάχη. Και θα σηκωθεί ο βασιλιάς, και θα μπει στην Πόλη από τη Χρυσόπορτα, και κυνηγώντας με τα φουσάτα του (=το στρατό του) τους Τούρκους, θα τους διώξει ως την Κόκκινη Μηλιά. Και θα γίνει μεγάλος σκοτωμός, που θα κολυμπήσει το μουσκάρι (=μοσχάρι) στο αίμα».
Η απελπισία για το αποτρόπαιο γεγονός της Άλωσης εκφράζεται σε διάφορους έμμετρους θρήνους και σε άλλα δημώδη άσματα, που σώθηκαν από τα πρώτα μεταβυζαντινά χρόνια. Ενδεικτικά είναι τα ακόλουθα μικρά αποσπάσματα από το πολύστιχο «Ανακάλημα της Κωνσταντινούπολης», που προέρχεται μάλλον από την Κρήτη και είναι ο αρχαιότερα καταγραμμένος θρήνος (βρέθηκε σε χειρόγραφο του 15ου αιώνα):
«Θρήνος, κλαυθμός και οδυρμός και στεναγμός και λύπη,
θλίψις απαραμύθητος έπεσε τοις Ρωμαίοις!
Εχάσασιν το σπίτιν τους, την πόλιν την αγίαν,
το θάρρος και το καύχημα και την απαντοχήν τους.
Τις το ’πεν; Τις το μήνυσε; Πότε ’λθεν το μαντάτο;
Καράβιν εκατέβαινε στα μέρη της Τενέδου
Και κάτεργο το υπάντεσε, στέκει κι αναρωτά το:
“Καράβι πόθεν έρχεσαι και πόθεν κατεβαίνεις;
- Έρχομαι ακ τ’ ανάθεμα κι εκ το βαρύν το σκότος,
ακ την αστραποζάλαζαν, ακ την ανεμοζάλην,
απέ την Πόλην έρχομαι, την αστραποκαμένην,
Εγώ γομάριν δε βαστώ, αμμέ μαντάτα φέρνω,
κακά διά τους χριστιανούς, πικρά και δολωμένα.
……………………………………………………..
Πώς έχω μάτια και θωρώ, πώς έχω φως και βλέπω!
Πώς έχω νουν και πορπατώ ’ς τον άτυχον τον κόσμον!
Θωρώ, οι Τούρκοι ’νέβησαν εις την αγίαν πόλιν
και τώρα αφανίζουσιν εμέν και τον λαόν μου”.
……………………………………………………..
Ήλιε μου, ανάτειλε παντού, σ’ ούλον τον κόσμον φέγγε
Κι έκτεινε τας ακτίνας σου σ’ όλην την οικουμένην.
Κι εις την Κωνσταντινούπολην, την πρώην φουμισμένη
Και τώρα την τουρκόπολην, δεν πρέπει πιο να φέγγης…»
Ο πιο γνωστός θρήνος είναι το πολύ διαδεδομένο δημοτικό τραγούδι «Της Αγιάς Σοφιάς», που συναντιέται σε διάφορα μέρη και σε πολλές παραλλαγές (η παρακάτω, με 13 στίχους, είναι αυτή που κατέγραψε και δημοσίευσε το 1824 ο Γάλλος C. Fauriel). Σ’ αυτό το θρήνο, το γεγονός της Άλωσης παρουσιάζεται μέσα από την ξαφνική διακοπή της τελευταίας λειτουργίας στην Αγιά Σοφιά:
«Πήραν την Πόλη, πήραν την, πήραν τη Σαλονίκη!
Πήραν και την Αγια-Σοφιά, το μέγα μοναστήρι,
που είχε τριακόσια σήμαντρα κι εξήντα δυο καμπάνες·
κάθε καμπάνα και παπάς, κάθε παπάς και διάκος.
Σιμά να βγούν τα άγια κι ο βασιλιάς του κόσμου,
φωνή τους ήρθ’ εξ ουρανού, αγγέλων απ’ το στόμα:
- Αφήτ’ αυτήν την ψαλμουδιά, να χαμηλώσουν τ’ άγια,
Και στείλτε λόγο στη Φραγκιά να ’ρτουνε τρία καράβια,
να πάρουν το χρυσό σταυρό και τ’ άγιο Ευαγγέλιο,
και την Άγια Τράπεζά, να μη την αμολύνουν.
Σαν τ’ άκουσεν η Δέσποινα, δακρύζουν οι εικόνες.
- Σώπα, κυρία Δέσποινα, μην κλαίεις, μη δακρύζεις·
πάλε με χρόνους, με καιρούς, πάλε δικά σου είναι». 
Το θέμα της ανολοκλήρωτης τελευταίας λειτουργίας και της φυγάδευσης των ιερών αντικειμένων (του Σταυρού, του Ευαγγελίου και της Αγίας Τράπεζας), εμφανίζεται σε πολλές παραδόσεις. Π.χ. σύμφωνα με μία θρακική παράδοση, η Αγία Τράπεζα έπεσε από το πλοίο στη θάλασσα (ή βούλιαξε όλο το πλοίο) και από τότε βρίσκεται στα νερά του Θρακικού Πελάγους. Όταν απελευθερωθεί η Πόλη, θα εμφανιστεί, με θεϊκή παρέμβαση, στα παράλια για να τοποθετηθεί ξανά στην Αγιά Σοφιά. Σύμφωνα με άλλη παράδοση, όταν μπήκαν οι Τούρκοι στην Αγια-Σοφιά, ο ιερέας που τελούσε την θεία λειτουργία οδηγήθηκε με θαυματουργικό τρόπο σε μία μυστική κρύπτη του Αγίου Βήματος. Παραμένει εκεί και θα βγει να τελειώσει τη λειτουργία μετά την απελευθέρωση της Πόλης. Είναι φανερό ότι αυτές οι παραδόσεις, που χρονολογούνται στα χρόνια της τουρκοκρατίας, απηχούν τους πόθους και τις ελπίδες των υπόδουλων για απελευθέρωση και εθνική αποκατάσταση.
Στον Ελληνισμό της Τραπεζούντας το άγγελμα της Άλωσης προκάλεσε ιδιαίτερη οδύνη, καθώς προδίκαζε και την επερχόμενη «οικεία» συμφορά (το 1461 θα πέσει και η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας, το τελευταίο προπύργιο του ελεύθερου Ελληνισμού). Στους θρήνους αυτής της περιοχής η απόγνωση για την πτώση της «Ρωμανίας» (της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας) δίνει τη θέση της σε μια αόριστη αισιοδοξία, που στηρίζεται στην επίγνωση για τις αντοχές και τα προτερήματα του Γένους.
«Έναν πουλίν, καλόν πουλίν, εβγαίν’ από την Πόλιν,
ουδέ ’ς σ’ αμπέλια ’κόνεψεν, ουδέ ’ς σα περιβόλια·
επήγεν και ν εκόνεψεν και ’ς σου Ηλί τον κάστρον·
εσείξεν τ’ έναν το φτερόν, ’ς σο αίμαν βουτεμένον,
εσείξεν τ’ άλλον το φτερόν, χαρτί έχει γραμμένον.                     
Ατό κανείς ’κ’ ενέγνωσεν, ουδ’ ο μητροπολίτες·
έναν παιδίν, καλόν παιδίν, έρχεται κι αναγνώθει.
Σείτ’ αναγνώθ’ σείτα κλαιγεί, σείτα κρούει την καρδίαν.
“Αλί εμάς και βάι εμάς, ’πάρθεν η Ρωμανία!”
Μοιρολογούν τα εγκλησιάς, κλαίγνε τα μοναστήρια,
κι άι Γιάννες ο Χρυσόστομον κλαίει, δερνοκοπάται.
- Μη κλαις, μη κλαις, άι Γιάννε μου, και δερνοκοπισκάσαι.
- Η Ρωμανία ’πέρασεν, η Ρωμανία ’πάρθεν!
- Η Ρωμανία κι αν πέρασεν, ανθεί και φέρει κι άλλο».  
Μέσα από το θρήνο για το χαμό της Πόλης προβάλλει ανάγλυφα το ηθικό σθένος και το φρόνημα των υπόδουλων Ελλήνων. Στα ατέλειωτα χρόνια της σκλαβιάς έπαιρναν κουράγιο απ’ αυτά τα τραγούδια, που ενώ στην πραγματικότητα είναι εθνικά μοιρολόγια, εκφράζουν συγχρόνως και την ακλόνητη πίστη για την ανάσταση του Γένους.

Κυριάκος Λυκουρίνος



* Δημοσίευμα στη “Μνήμη” του  Συλλόγου Μικρασιατών Καβάλας, φ. 3 (Μάης 2010).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου