Προσφυγικές σελίδες της Καβάλας: Οι εκτιμητικές επιτροπές


Προσφυγικές σελίδες της Καβάλας: Οι εκτιμητικές επιτροπές


Οι προσφυγικές αποζημιώσεις και οι εκτιμητικές επιτροπές

Ένα από τα πλέον δυσεπίλυτα προβλήματα της προσφυγικής αποκατάστασης ήταν το ζήτημα των αποζημιώσεων. Η ελληνοτουρκική Σύμβαση περί ανταλλαγής των πληθυσμών, που συνομολογήθηκε στη Λωζάννη τον Ιανουάριο του 1923, όριζε ότι ο “μετανάστης” έπρεπε να λάβει, στη χώρα εγκατάστασής του, περιουσία ίσης αξίας με αυτήν που εγκατέλειψε στην πατρίδα του. Την εκτίμηση της συνολικής αξίας των εκατέρωθεν περιουσιών ανέλαβε μια “Μικτή Επιτροπή” με 11 μέλη, 4 από την Ελλάδα, 4 από την Τουρκία και 3 εκλεγμένα από την Κοινωνία των Εθνών. Αν μετά την ολοκλήρωση του έργου της επιτροπής προέκυπτε χρεωστικό υπόλοιπο σε βάρος της μίας χώρας, αυτή αναλάμβανε την υποχρέωση της καταβολής του.[*]
Προκειμένου να βοηθήσει το έργο της ελληνικής αντιπροσωπείας στη “Μικτή Επιτροπή”, το Μάιο του 1924 συστάθηκε στο Υπουργείο Γεωργίας η Γενική Διεύθυνση Ανταλλαγής Πληθυσμών, με σκοπό να συγκεντρώσει τα στοιχεία για τις περιουσίες των ανταλλάξιμων ελληνορθόδοξων πληθυσμών που προσέφυγαν στην Ελλάδα και να προβεί στην οριστική τους εκτίμηση.
1η σελ. από Δήλωση Εκκαθαρίσεως
Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, σε πρώτη φάση κάθε πρόσφυγας συμπλήρωνε μία ατομική “Δήλωση Εκκαθάρισης”, στην οποία κατέγραφε αναλυτικά την κινητή και ακίνητη περιουσία που εγκατέλειψε στην Τουρκία και την αξία της σε τουρκικές λίρες. Πιο συγκεκριμένα, στις 8σέλιδες “Δηλώσεις” αναφέρονταν τα εξής στοιχεία: α) Η ταυτότητα του πρόσφυγα και ο τόπος καταγωγής του: Πόλη ή χωριό της Τουρκίας, καζάς (υποδιοίκηση), σαντζάκι (διοίκηση), ενίοτε και μητροπολιτική περιφέρεια. β) Ο τόπος διαμονής στην Ελλάδα: Νομός, πόλη ή χωριό, συνοικία και οδός ή περιοχή, προσφυγικός οικισμός, καπναποθήκη κ.ά. γ) Η ακίνητη περιουσία που εγκατέλειψε: το είδος, δηλ. σπίτι, χωράφι, κατάστημα, εργαστήριο κ.ά., τα μέτρα ή η έκτασή τους, η θέση στην οποία βρίσκονται, με την αντίστοιχη αξία τους. δ) Η κινητή περιουσία: Ζώα, μηχανήματα, εμπορεύματα κ.ά., με την αντίστοιχη αξία. ε) Η απώλεια περιουσίας ή η στέρηση εισοδήματος κατά την περίοδο των πρώτων διώξεων, από το 1908 μέχρι τον τερματισμό του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, 1918.
Από Δήλωση Εκκαθαρίσεως
Σε δεύτερη φάση, μετά την υποβολή των “Δηλώσεων Εκκαθάρισης” από την πλευρά των προσφύγων, έπρεπε να ελεγχθεί η αλήθεια των δηλώσεων και το βάσιμο ή όχι των απαιτήσεων. Το έργο αυτό ανέλαβαν οι τοπικές (κοινοτικές) Εκτιμητικές Επιτροπές, που συστάθηκαν από τον Ιούλιο του 1924 στα μεγάλα αστικά κέντρα - Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πειραιά - και στα γραφεία ανταλλαγής που είχαν ιδρυθεί στις διάφορες περιφέρειες των “νέων χωρών”. Έδρα εκτιμητικής επιτροπής μπορούσε να είναι όχι μόνο μια μεγάλη πόλη, αλλά ακόμη και ένα μικρό χωριό. Όπως θα δούμε στη συνέχεια, στο Ν. Καβάλας εκτιμητικές επιτροπές είχαν συσταθεί σε Καβάλα, Ελευθερούπολη, Χρυσούπολη, Αμυγδαλεώνα, Ζαρκαδιά, Διαλεκτό, Μουσθένη, Ελαιοχώρι, Κάργιανη, Χορτοκόπι, Αντιφιλίππους.
Από Δήλωση Εκκαθαρίσεως
Οι περιοχές όπου υπήρχε ελληνικό στοιχείο μέχρι τη Συνθήκη της Λωζάννης και την Ανταλλαγή των Πληθυσμών είχαν χωριστεί κατά εκκλησιαστικές επαρχίες (π.χ. Κυζίκου, Μυριοφύτου και Περιστάσεως, Ικονίου, Αμασείας) και οι εκκλησιαστικές επαρχίες σε κοινότητες (π.χ. κοινότητα Περάμου, επαρχίας Κυζίκου). Συνολικά συγκροτήθηκαν 1.114 εκτιμητικές επιτροπές (και 52 δευτεροβάθμιες) για τις 934 χριστιανικές κοινότητες της Τουρκίας.
Πράξη εκτιμητικής Επιτροπής
Για τις περισσότερες κοινότητες είχε συσταθεί μία επιτροπή, σε ένα από τα μέρη που είχαν εγκατασταθεί ανταλλάξιμοι αυτής της κοινότητας. Σε ορισμένες περιπτώσεις μία επιτροπή ήταν αρμόδια για τον έλεγχο αρκετών μικρών κοινοτήτων, όπως στις επιτροπές υπ. αρ. 25-26 και 28 της Καβάλας και αυτής του Μπατέμ Τσιφλίκ (Αμυγδαλεώνα). Για τις μεγάλες κοινότητες ή και τις μεσαίες που εμφάνιζαν μεγάλη διασπορά πληθυσμού στην Ελλάδα, είχαν συσταθεί περισσότερες από μία. Π.χ. για την κοινότητα της Πάφρας, εκτός από την Καβάλα είχαν συσταθεί επιτροπές και στην Αθήνα, τη Δράμα και τη Θεσσαλονίκη· για την Τρίλια, και στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη·  για την κοινότητα του Γέροντα είχαν συσταθεί επιτροπές στην Αθήνα, τη Σάμο και τη Ζαρκαδιά του Νέστου· για την Πέραμο, σε Καβάλα και Αθήνα κλπ.
Οι επιτροπές της ίδιας κοινότητας βρίσκονταν σε επικοινωνία μεταξύ τους, με επίσημη αλληλογραφία, αφενός γιατί υπήρχε το ενδεχόμενο να υποβληθούν δηλώσεις αποζημίωσης σε περισσότερες από μία επιτροπές και αφετέρου γιατί πολλοί πρόσφυγες (κυρίως οι συγγενείς) δήλωναν τα ίδια περιουσιακά στοιχεία (σπίτια, χωράφια κ.ά.) και οι επιτροπές έπρεπε να καταλήξουν σε κάποια απόφαση.
Οι εκτιμητικές επιτροπές συγκροτούνταν από τέσσαρα μέλη (και δύο αναπληρωματικά). Τα τρία ήταν συντοπίτες των προσφύγων από την πατρογονική εστία, πολίτες ευυπόληπτοι στον τόπο καταγωγής αλλά και στη νέα πατρίδα. Το τέταρτο μέλος, που εκτελούσε χρέη γραμματέως, διοριζόταν από το Υπουργείο Γεωργίας.
Με ανακοινώσεις και δημοσιεύματα στον Τύπο, οι επιτροπές καλούσαν τους πρόσφυγες να παρουσιαστούν ενώπιόν τους για να καταθέσουν τις δηλώσεις τους και συχνά για να δικαιολογήσουν τις απαιτήσεις τους, με τίτλους ιδιοκτησίας, μάρτυρες κλπ. Βέβαια στις περισσότερες περιπτώσεις οι επιτροπές παραλάμβαναν τις δηλώσεις και τα δικαιολογητικά των προσφύγων από πληρεξουσίους τους, που μπορεί να ήταν συγγενικά ή φιλικά πρόσωπα, αλλά και μέλη προσφυγικών συλλόγων. Πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι κατά κανόνα οι πρόσφυγες μιας κοινότητας ήταν διεσπαρμένοι σε πολλά μέρη της Ελλάδας, άρα στην πλειονότητά τους ήταν εγκατεστημένοι μακριά από την έδρα της επιτροπής. Για παράδειγμα, οι δύο επιτροπές του μικρασιατικής Καρβάλης συνεδρίαζαν στον Πειραιά, οι δύο επιτροπές της Αγίας Παρασκευής του Τσεσμέ είχαν συσταθεί στη Χίο και τη Σκιάθο…
Τα μέλη της επιτροπής, αφού παραλάμβαναν τη δήλωση του ανταλλάξιμου, εξέταζαν αν ήταν βάσιμες οι χρηματικές απαιτήσεις του (με βάση τα δικαιολογητικά που προσκόμιζε ο πρόσφυγας, τη δική τους αντίληψη, τις γνώσεις τους και τις πληροφορίες που συγκέντρωναν) και στο τέλος επιδίκαζαν το ποσό που αντιστοιχούσε στα περιουσιακά του στοιχεία. Από τα αρχεία των επιτροπών διαπιστώνεται ότι κάποιες προσφυγικές δηλώσεις απορρίπτονταν από τις επιτροπές, εν όλω ή εν μέρει, επειδή περιλάμβαναν ανυπόστατα περιουσιακά στοιχεία (π.χ. σπίτια και αγρούς που είχαν ήδη πωληθεί ή είχαν παραχωρηθεί ως προίκα κ.ά. και συνεπώς δεν βρίσκονταν πλέον στην κυριότητα αυτού που τα δήλωσε), επειδή ο πρόσφυγας δεν ήταν γνωστός στους συντοπίτες του, επειδή δεν διέθετε κανένα επίσημο έγγραφο για να τεκμηριώσει τις απαιτήσεις του, επειδή δεν είχε εγκαταλείψει καμία προσωπική περιουσία, επειδή είχε φύγει πολύ νωρίς από την κοινότητά του και δεν θεωρούνταν ανταλλάξιμος και για άλλους λόγους. Το ποσό της αποζημίωσης αναφερόταν στην τελική “Πράξη Εκτιμητικής Επιτροπής” και συνήθως  ήταν μικρότερο από το ζητούμενο.
[1] Βλ. φωτ. [2]
Οι πρόσφυγες που διαφωνούσαν με την εκτίμηση της επιτροπής, μπορούσαν να υποβάλουν ένσταση. Τότε οι Δηλώσεις Εκκαθάρισης και οι Πράξεις των κοινοτικών (τοπικών) εκτιμητικών Επιτροπών παραπέμπονταν σε επαρχιακή επιτροπή (της εκκλησιαστικής επαρχίας στην οποία ανήκε η κοινότητά του), στη συνέχεια και σε πρωτοβάθμιες και δευτεροβάθμιες επιτροπές του Υπουργείου Γεωργίας.
Οι πράξεις των εκτιμητικών επιτροπών περιλαμβάνουν ένα πλήθος άμεσων και  έμμεσων πληροφοριών για την οικογενειακή ιστορία του κάθε πρόσφυγα και αποτελούν σημαντική πηγή για την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των ελληνορθόδοξων κοινοτήτων που άνθισαν στις πατρογονικά χώματα μέχρι τη Μικρασιατική καταστροφή και την Ανταλλαγή των Πληθυσμών.[**] 

Εκτιμητικές επιτροπές στο Νομό Καβάλας

Πρόσφυγες στο Νομό Καβάλας: Σύμφωνα με την Απογραφή του 1928, στην πόλη και στα χωριά του Ν. Καβάλας εγκαταστάθηκαν περίπου 75.000 πρόσφυγες, που αποτελούσαν τότε σχεδόν το 63% του συνολικού πληθυσμού: Από τους 119.140 κατοίκους του Νομού οι 44.448 (ποσοστό 32,7%) ήταν γηγενείς και «μετανάστες» (μετανάστες θεωρούνταν όσοι είχαν γεννηθεί σε άλλα μέρη της Ελλάδας) και οι 74.692 ήταν πρόσφυγες (ποσοστό 62,7%). Με τον ερχομό των προσφύγων και την αποχώρηση 43.350 μουσουλμάνων, ο πληθυσμός του Ν. Καβάλας αυξήθηκε σχεδόν κατά 46% σε σχέση με τον αντίστοιχο της Απογραφής του 1920 (81.824 κάτοικοι).
Ως προς την προέλευσή τους, 32.156 πρόσφυγες (ποσοστό 43%) προέρχονταν από τη Μικρά Ασία (εκτός του μικρασιατικού Πόντου), 23.493 από την Ανατολική Θράκη (31,5%), 16.023 από τον Πόντο (21,5%), 1.557 από την Κωνσταντινούπολη (2%), 855 από τη Ρωσία και τον Καύκασο (1%), 539 από τη Βουλγαρία και 69 από άλλα μέρη. 
Οι περισσότεροι πρόσφυγες, 28.927 άτομα, εγκαταστάθηκαν στην πόλη της Καβάλας, 9.667 στα χωριά της επαρχίας Καβάλας, 18.528 στην επαρχία Νέστου, 16.337 στην επαρχία Παγγαίου και 1.203 στη Θάσο.
Από τους 75.000 πρόσφυγες οι 35.000 αποκαταστάθηκαν ως αστοί (κυρίως στην πόλη της Καβάλας και στις κωμοπόλεις), ενώ οι 40.000 ως αγρότες. Οι τελευταίοι εγκαταστάθηκαν σε 122 οικισμούς του Νομού, εκ των οποίων οι 105 ήταν αμιγώς προσφυγικοί και οι 17 ήταν μικτοί, είχαν δηλ. και γηγενή ελληνικό πληθυσμό, κυρίως στην επαρχία του Παγγαίου.
Η προσφυγική ταυτότητα της περιοχής μας (με χαρακτηριστικά την “πολυσυλλεκτικότητα”, τη μεγάλη πυκνότητα και την εξ ίσου μεγάλη διασπορά) απεικονίζεται εν μέρει και στο “χάρτη” των εκτιμητικών επιτροπών:  

Α. Στην Καβάλα: Στην πόλη συστάθηκαν και λειτούργησαν 35 εκτιμητικές επιτροπές για ανταλλάξιμους από κοινότητες της Μικρά Ασίας, της Ανατολικής Θράκης και του Πόντου (οι κοινότητες αναφέρονται στην ονομαστική):
1) Πέραμος, 2) Πάνορμος, 3) Άνω Νεοχώριο, 4) Κάτω Νεοχώριο, 5) Καστέλλι, κοινότητες της Μητρόπολης Κυζίκου, από την περιοχή της οποίας προερχόταν η πιο πολυπληθής προσφυγική ομάδα της Καβάλας • 6) Κίος της Μητρόπολης Νικαίας • 7)  Τρίγλια της Μητρόπολης Προύσης 8) Πασάκιοϊ της Μητρόπολης Χαλκηδόνος • 9) Ολού ΑγάτςΚιτς Αγάτς, 10) Τροχός, κοινότητες της Μητρόπολης Ικονίου •
11) Ηρακλείτσα, 12) Μυριόφυτο, 13) Πλάτανος, 14) Στέρνα, κοινότητες της  Μητρόπολης Μυριοφύτου και Περιστάσεως • 15) Κεσσάνη, 16) Μάλγαρα, 17) Τσαντώ, κοινότητες της Μητρόπολης Ηρακλείας - Ραιδεστού • 18) Γάνος, 19) Χώρα, κοινότητες της Μητρόπολης Γάνου και Χώρας • 20) Σηλύβρια, 21) Εξάστερο, κοινότητες της Μητρόπολης Σηλυβρίας
22) Αμισός (Σαμψούντα), 23) Καδή κιοϊ (Άνω Αμισός), 24) Πάφρα, κοινότητες της Μητρόπολης Αμασείας • 25) Αγουδερέ (Αγούντερε) – Αρμουτλού (Αρμούτελι) – Κιουβερτζιλίκ (Κιουβερτσινίκ) – Οβατζούκ (Όβατζικ, Τσοκούρ) – Σουτζάν, 26) Έσολα Καλετζούκ, 27) Αλησάρ, 28) Ισπαχή Μαχαλεσή – Χάχαβλα, 29) Καγιά Τεπέ, 30) Φεϊλερέ, 31) Κάλτσασα, 32) Καρακεβεζήτ, 33) Κόρατζα, 34) Στέρφη (Στρεφή), 35) Τρουψή, κοινότητες και οικισμοί της Μητρόπολης Κολωνίας και Νικοπόλεως.

Β. Στην επαρχία Καβάλας: 1) Στο Μπατέμ Τσιφλίκ (Αμυγδαλεώνας) συστάθηκε ενιαία εκτιμητική επιτροπή για μια σειρά μικρών ποντιακών κοινοτήτων: ΑσαρτζούκΕσκήκιοϊΚαταχώριΚιράτςΚονιούκ (Κοϊνούκ, Κιοϊνίκ) – Τσοράκ (Τσοράχ) της Μητρόπολης Κολωνίας και Νικοπόλεως.

Γ. Στην επαρχία Νέστου: Στο Σαρή Σαμπάν (Χρυσούπολη) συστάθηκαν επιτροπές για τις εξής κοινότητες της Ανατολικής Θράκης: 1) Γραβούνα,  2) Δογάν κιοϊ, 3) Καρυές (Ύψαλα), που ανήκαν στη Μητρόπολη Ηρακλείας και Ραιδεστού • 4) Κεμερλή, 5) Αγίασμα, της Μητρόπολης Αίνου • 6) Στο Μπεκλεμή (Διαλεκτό) επιτροπή για τους Δελλιώνες της Μητρόπολης Σηλυβρίας • 7) Στο Καρατζιλάρ (Ζαρκαδιά) για τον Γέροντα της Μητρόπολης Αννέων.

Δ. Στην επαρχία Παγγαίου: 1) Στο Πράβι (Ελευθερούπολη) συστάθηκε επιτροπή για τα Δημοκράνια της Μητρόπολης Μετρών και Αθύρων • 2) Στη Δράνοβα (Χορτοκόπι) για την κοινότητα Κάτω Χορτοκοπίου της  Μητρόπολης Ροδοπόλεως • 3) Στη Μουσθένη για την κοινότητα Αγίου Στεφάνου της Μητρόπολης Βιζύης • 4) Στο Κουτσκάρι (Ελαιοχώρι) για τους Αιγιαλούς της Μητρόπολης Σηλυβρίας • 5) Στο Δρανίτσι (Αντιφίλιπποι) για την κοινότητα Τσεσνεΐρ (Τσεσνίρ) της Μητρόπολης Νικομηδείας • 6) Στην Κάργιανη για το Καλαμίτσι της Μητρόπολης Μυριοφύτου και Περιστάσεως.

Πρόσφυγες από την Πέραμο της Κυζίκου στην Καβάλα  (Μουσείο Προσφυγικού Ελληνισμού Καβάλας, “Συλλογή οικογ. Βαμβακά”)

[*] Επειδή το έργο της εκκαθάρισης των περιουσιών από τη “Μικτή Επιτροπή” προχωρούσε αργά, η Πολιτεία αποφάσισε να καταβάλει στους πρόσφυγες χρηματικές προκαταβολές, με βάση την προσωρινή εκτίμηση της περιουσίας τους από τις εκτιμητικές επιτροπές. Για να επιταχυνθεί η διαδικασία της αποζημίωσης, χωρίς να επιβαρυνθεί υπέρμετρα ο κρατικός προϋπολογισμός, αποφασίστηκε η έκδοση ομολογιών με την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου και κάλυμμα τα μουσουλμανικά ανταλλάξιμα ακίνητα (εκτός από αυτά που είχαν παραχωρηθεί στην ΕΑΠ). Τα ακίνητα αυτά περιήλθαν το 1925 στην Εθνική Τράπεζα (Ε.Τ.Ε.), η οποία θα τα ρευστοποιούσε, ώστε να εξαργυρώσει τους ομολογιακούς τίτλους.
Το ποσοστό της προκαταβολής ανερχόταν στο  5-25% (κατά μέσο όρο στο 15%) της αξίας των περιουσιακών στοιχείων που εγκατέλειψε ο πρόσφυγας στην Τουρκία και δόθηκε κατά το 20% σε μετρητά και κατά το 80% σε ομολογίες. Η ονομαστική αξία κάθε Ομολογίας ήταν 1.000 δρχ., όταν όμως κυκλοφόρησαν στην αγορά, αμέσως έχασαν σημαντικό μέρος της αξίας τους (κυμαίνονταν από 660 έως 830 δρχ.).
Όπως είναι ευνόητο, οι πρόσφυγες περίμεναν σαν σανίδα σωτηρίας τις αποζημιώσεις για να καλύψουν τις τεράστιες βιοτικές τους ανάγκες. Επόμενο ήταν λοιπόν να προχωρήσουν σε μαζική ρευστοποίηση των Ομολογιών και να πέσουν θύματα των επιτήδειων, που εκμεταλλευόμενοι την ανάγκη τους έσπευδαν να τις αγοράζουν σε πολύ κατώτερη τιμή.
Τελικά οι πρόσφυγες δεν αποζημιώθηκαν πλήρως για τις χαμένες περιουσίες τους. Η «Μικτή Επιτροπή» κατέληξε σε αδιέξοδο και το 1930, με το Σύμφωνο φιλίας Βενιζέλου - Ινονού, αποφασίστηκε ο συμψηφισμός των εκατέρωθεν περιουσιών, παρότι η αξία των ελληνικών ήταν μεγαλύτερη (κατά τις εκτιμήσεις των μικτών ελληνοτουρκικών συνεργείων και σύμφωνα με τα στοιχεία που είχαν συγκεντρωθεί μέχρι και το Δεκέμβριο του 1928, η αξία των ελληνικών περιουσιών στην Τουρκία ανερχόταν σε 1.074.413 τουρκικές χρυσές λίρες, ενώ των τουρκικών στην Ελλάδα σε 991.447, όμως κατά άλλους υπολογισμούς, οι ελληνικές περιουσίες ήταν πολλαπλάσιας αξίας, μέχρι και 8πλάσιας). Αυτό αναστάτωσε τους πρόσφυγες, ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων και υπήρξε αιτία για την εκλογική ήττα του Βενιζέλου το 1932. Για το ζήτημα των προσφυγικών αποζημιώσεων, στο άρθρο μας, «“Αν δεν μου δώσει η μάνα σου ογδόντα ομολογίες…” - Μια προκήρυξη της Εθνικής Τράπεζας προς τον προσφυγικό κόσμο», στο http://lykourinos-kavala.blogspot.com/2017/01/blog-post_11.html#more

[**] Tο αρχείο των εκτιμητικών επιτροπών απόκειται στα Γενικά Αρχεία του Κράτος (Αθήνα). 

[2] Οι φωτ. 1 και 2 είναι από το αρχείο της Εκτιμητικής Επιτροπής της Αγίας Παρασκευής του Τσεσμέ - έδρα Χίος. Πολλοί από τους πρόσφυγες του χωριού εγκαταστάθηκαν στην Καβάλα (Γενικά Αρχεία του Κράτους).

2 σχόλια:

  1. κύριε Λυκουρίνο καλημέρα.
    Με αφορμή τη δημοσίευσή σας θα ήθελα να ρωτήσω το εξής: όταν η δήλωση κάποιου πρόσφυγα εκδικάζεται από εκτιμητική επιτροπή με έδρα την Καβάλα σημαίνει ότι ο πρόσφυγας έφθασε στην Καβάλα αρχικά;
    Βρίσκω στο Αρχείο των Εκτιμητικών Επιτροπών των ΓΑΚ (Ψυχικό) την επιδίκαση αποζημίωσης στον παππού μου Πολυζώη Παπαδόπουλο από την εκτιμητική επιτροπή Μαλγάρων με έδρα την Καβάλα. Πάντα πίστευα ότι ο παππούς πέρασε τη Μακρά Γέφυρα και έφτασε στο Διδυμότειχο επειδή εκεί στη συνέχεια έζησε. Βέβαια παντρεύθηκε Καβαλιώτισα κόρη Βαλασιάδη (από Γανόχωρα) οπότε είχε κάποια σύνδεση με Καβάλα, όμως δεν είχα σκεφτεί ότι εκεί έφτασε πρώτα μετά τα Μάλγαρα. Υπήρχε πρωτοβάθμια εκτιμητική επιτροπή και στον Έβρο;
    ευχαριστώ πολύ για το χρόνο σας.

    Βιβή Χατζηγεωργίου

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Γεια σας! Μόλις σήμερα είδα το σχόλιο - ερώτησή σας. Ο παππούς σας μπορεί να μην ήρθε καθόλου στην Καβάλα. Εφόσον δεν υπήρχε εκτιμητική επιτροπή για την κοινότητα Μαλγάρων στον τόπο κατοικίας του (Διδυμότειχο) έπρεπε να υποβάλει την αίτηση για αποζημίωση σε μία από τις εκτιμητικές επιτροπές της κοινότητάς του (μάλλον σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Καβάλα).

      Διαγραφή