Τα ξένα προξενεία στην Καβάλα (1700-1912)


Τα ξένα προξενεία στην Καβάλα (1700-1912)*

Αριστερά: Έγγραφο του Ελληνικού Προξενικού Πρακτορείο (1866) και του
Ελληνικού Υποπροξενείου Καβάλας (1886) - Σχέδιο της περιοχής Καβάλας
(δεκ. 1870) - Βασιλικό Διάταγμα διορισμού Έλληνα υποπροξένου στην
Καβάλα -  Δεξιά: Ν. Γρηγοριάδης, Π. Βάρδας, Π. Βουλγαρίδης.  

Η εγκατάσταση ευρωπαϊκών προξενικών αρχών στην τουρκοκρατούμενη Καβάλα συνδέεται με τη διείσδυση του ευρωπαϊκού κεφαλαίου στο χώρο της οθωμανικής Ανατολής και τους προσανατολισμούς του ευρωπαϊκού εμπορίου.

Κατά το 18ο αιώνα παρατηρείται μια μετατόπιση της εμπορικής δραστηριότητας των Ευρωπαίων από τις ανατολικές στις δυτικές επαρχίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η Καβάλα αποκτά έτσι, λόγω της γεωγραφικής της θέσης, μεγάλη εμπορική σημασία. Το 1701 εγκαθίσταται σ' αυτή τη μικρά "σκάλα του Λεβάντε" γαλλικό προξενείο, που λειτουργεί συνεχώς μέχρι το 1756 και αργότερα κατά μικρά διαστήματα. Ιδρύεται επίσης, πριν από το 1746 υποπροξενείο της Βενετίας, το οποίο καταργείται το 1789.

Εγκατάσταση

Η δεύτερη περίοδος της εγκατάστασης ευρωπαϊκών προξενείων στην Καβάλα είναι απόρροια της νέας οικονομικής πραγματικότητας που διαμορφώνεται από τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Το ευρωπαϊκό κεφάλαιο στρέφεται τώρα στις χώρες της περιφέρειας αποσκοπώντας στο σχηματισμό νέων οικονομικών συνόλων: ρυθμίζει ανάλογα τις ντόπιες παραγωγές και επιβάλλει νέες, κατευθύνει και προσαρμόζει το εξαγωγικό τους εμπόριο σύμφωνα με τη ζήτηση της διεθνούς αγοράς και δημιουργεί νέες αγορές για τα προϊόντα της αναπτυσσόμενης βιομηχανίας των ευρωπαϊκών χωρών.

Οι νέοι αυτοί προσανατολισμοί καθιστούν τη Μακεδονία πόλο έλξης του ευρωπαϊκού κεφαλαίου και αναδεικνύουν την Καβάλα σε σημαντικό εμπορικό κέντρο, αφού από το λιμάνι της διακινείται το εισαγωγικό και εξαγωγικό εμπόριο των ευρωπαϊκών χωρών στην ανατολική Μεσόγειο.

Αρ. Παπαδόπουλος,
 υποπρόξενος της
 Ελλάδας (1875-1881)
Το γεγονός αυτό επέβαλε την ανάγκη της προξενικής τους εκπροσώπησης στην περιοχή. Το 1829 ιδρύεται στην Καβάλα υποπροξενείο της Αυστροουγγαρίας· το 1835 αρχίζει να λειτουργεί το προξενικό πρακτορείο της Ελλάδας, που το 1867 προάγεται σε υποπροξενείο· στη δεκαετία του 1840, μάλλον το 1844, εγκαθίσταται προξενικό πρακτορείο της Γαλλίας· το 1857 διορίζεται προσωρινός υποπρόξενος της Αγγλίας· το 1858 αναφέρεται προξενική αρχή της Σαρδηνίας· πριν από το 1867 έχουν αρχίσει να λειτουργούν προξενικά πρακτορεία της Ιταλίας και της Πρωσίας (από τη δεκαετία του 1870 της Γερμανίας)· το 1868 ιδρύεται προξενικό πρακτορείο της Ρωσίας· το 1877 εγκαθίσταται υποπροξενείο των Κάτω Χωρών - Ολλανδίας· στη δεκαετία του 1880 αρχίζει να εκπροσωπείται με προξενική αρχή η Ισπανία.

Διομολογήσεις [1]

Πέτρος Βουλγαρίδης,
υποπρόξενος Γαλλίας,
Ρωσίας,αναπληρ.
Ελλάδας (δεκ. 1870
και 1880)
Κύριο καθήκον των Ευρωπαίων προξένων  ήταν να επιβλέπουν την πιστή τήρηση των Διομολογήσεων (Capitulations), οι οποίες εξασφάλιζαν στους ξένους υπηκόους της Τουρκίας ένα εξαιρετικά προνομιακό καθεστώς, οικονομικό και νομικό. Εκτός όμως από την προώθηση των οικονομικών συμφερόντων των χωρών τους και την παροχή προστασίας στους υπηκόους τους (στις αρχές του 20ού αι. ξεπερνούσαν, μόνο στην Καβάλα, τους 1.000), οι πρόξενοι της πόλης ανέλαβαν κατά καιρούς και πρωτοβουλίες για την προστασία των υπόδουλων χριστιανών· κυρίως μετά την έκδοση του Χάτι Χουμαγιούν (1856), οπότε ο προστατευτικός τους ρόλος κατέστη ουσιαστικότερος. Από τους προξένους των ξένων χωρών ιδιαίτερα διακρίθηκαν για τους αγώνες τους υπέρ του ελληνικού στοιχείου ο Αυστριακός υπήκοος Μ. Σπόντης, οι υποπρόξενοι της Αγγλίας J. Maling και Στ. Πικκιόλης και της Γαλλίας Π. Βουλγαρίδης. Άλλοι όμως, λόγω της συνεργασίας τους με ισχυρούς Τούρκους γαιοκτήμονες, τους μπέηδες της Δράμας και Ξάνθης, απέφευγαν να υψώσουν φωνή διαμαρτυρίας κατά της τουρκικής αγριότητας.  

Ο ρόλος των προξενικών αρχών [2]

Πέτρος Βάρδας,
υποπρόξενος της
Γαλλίας, δεκ. 1860
Τα ξένα προξενεία της Καβάλας  δεν ήταν, κατά κανόνα, φορείς πολιτικής ή θρησκευτικής προπαγάνδας. Εξαίρεση αποτελούσε κυρίως το Ρωσικό Προξενικό Πρακτορείο, το οποίο από το 1878 μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1880 υποστήριξε τις ενέργειες της σλαβικής κίνησης στην περιοχή.

Εθνική δράση ανέπτυξε το Ελληνικό Υποπροξενείο από τις Αρχές της «Ανατολικής Κρίσης» (1875-1878), οπότε αλλάζει ριζικά χαρακτήρα και ρόλο. Μέχρι τότε λειτουργούσε ως εμπορικό πρακτορείο και ήταν χώρος εκδήλωσης ενδοκοινοτικών συγκρούσεων.  Από το 1876 στρατεύεται στην υπεράσπιση των εθνικών συμφερόντων, κινητοποιεί τις δυνάμεις του Ελληνισμού της περιοχής και καθίσταται κέντρο προστασίας, οργάνωσης και καθοδήγησης των υπόδουλων στον πολυμέτωπο, ειρηνικό και αργότερα ένοπλο, αγώνα τους. Καθοριστική σ’ αυτό υπήρξε η συμβολή των υποπροξένων που το διεύθυναν στις κρισιμότερες περιόδους: του Αριστ. Παπαδόπουλου (1875-1881), και του Νικ. Μαυρουδή (1906-1907), καθώς και του γραμματέα Στ. Μαυρομιχάλη, οργανωτή του “Κέντρου Καβάλας” (1906-1908).

Ν. Γρηγοριάδης,
προξ. πράκτορας
της Ρωσίας, δεκ. 1870
Τη διεύθυνση των ξένων προξενείων της πόλης αναλάμβαναν συνήθως, αμισθί, Έλληνες έμποροι της Καβάλας, οι οποίοι έτσι αποκτούσαν προνόμια ξένου υπηκόου και προωθούσαν τις εμπορικές τους σχέσεις με τις χώρες που εκπροσωπούσαν. Οι Άγγλοι όμως μέχρι το 1876 διόριζαν ομοεθνείς τους και οι Αυστριακοί συνεχώς αντιπροσώπους επιχειρήσεών τους (του Lloyd, της Regie και του οίκου Herzog).

Στο ελληνικό προξενείο εντόπιοι τοποθετούνταν μόνο ως αναπληρωτές, σε περιπτώσεις αδείας των υποπροξένων, και ως διερμηνείς. Οι Έλληνες πρόξενοι των ευρωπαϊκών χωρών ήταν από τα πλέον εξέχοντα μέλη της τοπικής κοινωνίας, με μεγάλη επιρροή στα ζητήματα της ελληνικής κοινότητας και σημαντική κοινωνική προσφορά.

Η προξενική αλληλογραφία

Η ανέκδοτη αλληλογραφία των προξενείων της Καβάλας αποτελεί πολύτιμη πηγή για την ιστορία της πόλης και της ευρύτερης περιοχής της κατά τους τελευταίους αιώνες. Είναι ευτύχημα ότι στο Ιστορικό Αρχείο του Δημοτικού Μουσείου Καβάλας υπάρχουν σήμερα, ύστερα από αξιέπαινες πρωτοβουλίες του Δήμου της πόλης, κόπιες μικροφίλμ και φωτοτυπίες χιλιάδων εγγράφων του πρώτου γαλλικού προξενείου (από τα Archives Nationales de France), του αγγλικού (από τα αρχεία του Public Records Office) και του ελληνικού υποπροξενείου (από το Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου των Εξωτερικών). Στις σελίδες τους αποκαλύπτεται γοητευτικά το ιστορικό παρελθόν της περιοχής μας. 

Καβάλα, τέλη 19ου αιώνα

     
* Δημοσιεύτηκε υπό τον τίτλο «Τα ξένα Προξενεία. Η παρουσία και ο ρόλος τους στην τουρκοκρατούμενη Καβάλα» στο αφιέρωμα "Η Καβάλα χθες και σήμερα", Επτά Ημέρες - Καθημερινή, 27 Ιουνίου 1993, σ. 10.  
 
[1] Οι Διομολογήσεις (Capitulations) – το σύνολο δηλ. των συνθηκών που συνομολογήθηκαν ανάμεσα στο οθωμανικό και τα άλλα κράτη από το 16ο αι. μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα – αποτελούσαν κοινό διεθνή κώδικα που ρύθμιζε ομοιόμορφα τις σχέσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τα ξένα κράτη (όσα ήταν συμβεβλημένα με την Πύλη). Η μεγάλη σημασία τους έγκειται στο ότι δημιουργούσαν ευνοϊκότατες προϋποθέσεις για τη διείσδυση του ξένου στοιχείου στην οθωμανική επικράτεια, εφόσον εξασφάλιζαν στους ξένους υπηκόους ένα εξαιρετικά προνομιακό καθεστώς, οικονομικό και νομικό (απ' τη μια πλήρωναν ελάχιστους φόρους, τέλη, δασμούς κι απ' την άλλη είχαν το προνόμιο της ετεροδικίας). Τα προνόμια των ξένων υπηκόων διευρύνθηκαν στα τέλη της δεκαετίας του 1860, όταν τους αναγνωρίστηκε κι επίσημα το δικαίωμα απόκτησης και κληροδότησης ακίνητης περιουσίας.

[2] Για το νομικό καθεστώς (και τις Διομολογήσεις), το ρόλο και τη λειτουργία των Προξενείων, κυρίως του Ελληνικού, Κυρ. Λυκουρίνου, Το Ελληνικό Υποπροξενείο Καβάλας (1835-1878). Συμβολή στην ιστορία του Ελληνισμού της ανατολικής Μακεδονίας και δυτικής Θράκης, Διπλωματική εργασία μεταπτυχιακών σπουδών, Καβάλα 1994.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου