Πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη στην Καβάλα

 

Πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη στην Καβάλα

(ανάρτηση στο FB, 23 Απριλίου 2022)*


«Μας πήραν φορτηγά πλοία ελληνικά. Είχανε κανονίσει πότε θα φύγει το ένα χωριό, πότε το άλλο. Εμείς οι  Μυριοφτινοί φύγαμε τελευταίοι. […] Στα καράβια είμασταν ο ένας απάν’ στον άλλο. Όσοι χωρούσανε, τ’ αμπάρια γεμάτα και το κατάστρωμα γεμάτο. Εγώ θυμάμαι ότι καθόμουν στο κατάστρωμα. Το ταξίδι κράτησε γύρω στις δεκαοκτώ ώρες. Το πλοίο ήρθε εδώ στην Καβάλα.[…] Μας βγάζαν απ’ τα πλοία με βάρκες, μας παίρνανε με τα κάρα και μας πηγαίνανε στα καπνομάγαζα.

Σε ρίχνανε μέσα στο καπνομάγαζο, όπου ήθελες πήγαινες, έπιανες μια θέση και καθόσουν εκεί. Το καπνομάγαζο είχε τουαλέτες δυο-τρεις κι όταν έχει χίλιους ανθρώπους μέσα σ’ ένα καπνομάγαζο, μπορούνε δυο-τρεις τουαλέτες να φτάσουν; Η βρωμιά έφερνε ασθένειες και κυρίως παιδικές ασθένειες, ιλαρά και οστρακιά, η οποία θέριζε τα παιδιά δέκα-δέκα την ημέρα κι εκατό την εβδομάδα. Και τότε κι εγώ βέβαια αρρώστησα κι ο Μιχάλης, ο αδελφός μου, αλλά ο μικρός ο αδελφός μου, ο Ευριπίδης, αρρώστησε και πέθανε. Ήταν δυόμισι χρονών. […] Μείναμε γύρω στους οκτώ-δέκα μήνες στα καπνομάγαζα».

[Μαρτυρία Λεόντιου Λυμπέρη, βουλευτή Καβάλας με το ΕΠΕΚ και την Ένωση Κέντρου – Πηγή: Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού Δήμου Καλαμαριάς].

«Αγκυροβόλησε το πλοίο πολύ βαθιά και μας έβαλαν κάτι τεράστιες μαούνες τότε, που φόρτωναν τα καπνά, και αραδιαστήκαμε στα πεζοδρόμια εκεί κάτω (το κομμάτι αυτό ήτανε θάλασσα, τώρα όμως έγινε ξηρά) και περιμέναμε πού θα μας πάνε. Έφυγαν οι γονείς μας και σε λιγάκι ήρθαν και λένε: Άντε πάρτε τα πράγματα, όσα είχαμε στα χέρια μας, και μας πέταξαν μέσα σε καπναποθήκες. Υπάρχει ακόμη η καπναποθήκη μέσα στην οποία μας έριξαν. Εμείς μείναμε δυο μήνες, πέθανε πρώτα ένας διδάσκαλός μου και ύστερα πέθανε ένα κοριτσάκι, χτυπήθηκαν οι μανάδες μας και μετά πήραμε ένα καΐκι και πήγαμε στη Θάσο». 

«Βγήκαμε στο μικρό λιμάνι της Καβάλας με τους μπόγους στις μασχάλες, διψασμένοι και νηστικοί. Μας μοίρασαν γαλέτες και σκληρό ψωμί σαν βράχο. Μα το μοιραστήκαμε μπουκιά - μπουκιά στα ίσα. Οι μεγάλοι μας βάλαν να κουρνιάσουμε όπως - όπως καταγής και κείνοι τρέξαν στην άγνωστη πόλη να βρουν κάπου να στεγάσουν τη φαμίλια τους. Πού όμως; Τα σπίτια που υπήρχαν τότε φτάναν ίσα-ίσα για τους ντόπιους».

[Μαρτυρία Χαράλαμπου Λαλένη, λυκειάρχη και προέδρου της Θρακικής Εστίας Καβάλας – Πηγή: Διαδίκτυο και Ευθυμία Πέγιου, «Βόλτες στην Καβάλα του χθες», Καβάλα 2010]

Φωτ.: Πρόσφυγες της Αν. Θράκης φτάνουν στην Καβάλα, Οκτ. 1922. Από το διαδίκτυο]

* 1922-2022. Εκατό χρόνια Εθνικής Μνήμης [τεκμ. 7/100]

=-=-=-=-=-=-=-=-=-=-

Η εποποιία της βροχής

(ανάρτηση στο FB, 16 Απριλίου 2022)* 


«Σε μια ατελείωτη, ιλιγγιώδη πορεία, ο χριστιανικός πληθυσμός της Ανατολικής Θράκης στριμώχνεται στους δρόμους προς τη Μακεδονία. Η κύρια φάλαγγα που περνάει τον ποταμό Έβρο έχει μήκος τριάντα δύο χιλιομέτρων. Τριάντα δύο χιλιόμετρα κάρα που τα σέρνουν αγελάδες, ταύροι και λασπωμένοι νεροβούβαλοι, ενώ δίπλα τους, εξουθενωμένοι και ζαλισμένοι άντρες, γυναίκες και παιδιά, με κουβέρτες πάνω από τα κεφάλια τους περπατούν στα τυφλά κάτω από τη βροχή, δίπλα στα εγκόσμια αγαθά τους.

Το κύριο αυτό ρεύμα τροφοδοτείται από ολόκληρη την ενδοχώρα. Δεν ξέρουν πού πάνε. Άφησαν τα κτήματά τους, τα χωριά τους και τα ώριμα σκουρόχρωμα χωράφια τους για να προστεθούν στο κύριο ρεύμα των προσφύγων, όταν άκουσαν ότι έρχεται ο Τούρκος. Τώρα το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να κρατούν τις θέσεις τους σ’ αυτή τη φρικαλέα φάλαγγα, ενώ το πιτσιλισμένο με λάσπες ελληνικό ιππικό τους οδηγεί, όπως οι γελαδάρηδες τα γελάδια.

Είναι μια σιωπηλή φάλαγγα. Ούτε που γκρινιάζει κανείς. Το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να κινούνται. […] Μόνο από την Ανατολική Θράκη πρέπει να απομακρυνθούν 250 χιλιάδες χριστιανοί πρόσφυγες». [Από τις ανταποκρίσεις του μετέπειτα διάσημου συγγραφέα Έρνεστ Χέμινγουεη για την εφημερίδα Star του Τορόντο].

---------

«Μέρα και νύχτα ακολουθώντας τους χειμάρρους που είχαν σχηματίσει οι φθινοπωρινές βροχές, το πλήθος των φυγάδων συνέχιζε με αργό ρυθμό την πορεία του προς τις ελώδεις εκβολές του πάντα φουσκωμένου Έβρου. Για λίγες ώρες τα βόδια θα ξεκουράζονταν εκεί λυμένα, ενώ οι οικογένειες των προσφύγων θα ξέκλεβαν λίγο ύπνο πάνω στα ιδρωμένα στομάχια των ζώων τους για να ζεσταθούν. Τότε θα ακουγόταν το σφύριγμα του Οριάν Εξπρές, τα βαγόνια του οποίου έλαμπαν από φως και χλιδή καθώς περνούσε. Ύστερα από λίγο το ταξίδι – ή, καλύτερα, η αργόσυρτη σαν χελώνα πορεία των λασπωμένων κάρων και των βαρύθυμων απ’ την εξάντληση βοδιών – ξανάρχιζε. Έπρεπε να φτάσουν στο ποτάμι πριν η διέλευσή του γίνει αδύνατη· έπρεπε να προχωρήσουν με πείσμα μπροστά […].

Παρατηρητές που περιέγραφαν το ολοκαύτωμα της Σμύρνης με φράσεις όπως “η εποποιία της φωτιάς” τώρα μιλούσαν για τα πλήθη της Ανατολικής Θράκης που λύγιζαν απ’ το μαστίγωμα της νεροποντής […] έλεγαν ότι ήταν “η εποποιία της βροχής”». [Μέλβιλ Τσάτερ, δημοσιογράφος του National Geographic]

Φωτ.: Από την εκκένωση της Αν. Θράκης, Οκτ. 1922 (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο)

* 1922-2022. Εκατό χρόνια Εθνικής Μνήμης [τεκμ. 5/100]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου